Ἀνδρόνικος

Ἀνδρόνικος
Ἀνδρόνικος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ανδρόνικος, Μανόλης — (Προύσα Μικράς Ασίας 1919 – Θεσσαλονίκη 1992).Αρχαιολόγος και πανεπιστημιακός. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ειδικεύτηκε στην αρχαιολογία στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Εργάστηκε αρχικά ως καθηγητής σε γυμνάσια (1941 49)… …   Dictionary of Greek

  • Ανδρόνικος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ιστορικός του 5ου αι. π.Χ. 2. Τραγικός υποκριτής (4ος αι. π.Χ.). Δάσκαλος του Δημοσθένη στην τέχνη της απαγγελίας. 3. Α. ο Ολύνθιος (4ος αι. π.Χ.). Πήρε μέρος σε όλη την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Διετέλεσε… …   Dictionary of Greek

  • Δημητρακόπουλος, Ανδρόνικος — (Συνεβρό Καλαβρύτων 1826 – Λειψία 1872). Θεολόγος, βυζαντινολόγος και κληρικός. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ανδρέας. Σπούδασε θεολογία στην Αθήνα και εργάστηκε ως δάσκαλος. Αργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και εγκαταστάθηκε στη Λειψία, όπου… …   Dictionary of Greek

  • Ζαρίδας, Ανδρόνικος — (14ος αι.). Λόγιος. Έγραψε ιαμβικά επιγράμματα. Σώζονται επίσης, και μερικές επιστολές του …   Dictionary of Greek

  • Κάλλιστος, Ανδρόνικος — (Κωνσταντινούπολη 1420; – Αγγλία 1476).Λόγιος. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης μετανάστευσε στην Ιταλία. Δίδαξε αρχαία ελληνική φιλολογία στα σπουδαιότερα ιταλικά πανεπιστήμια της εποχής (Μπολόνια, Ρώμη, Φλωρεντία, Μιλάνο), όπου μεταξύ των… …   Dictionary of Greek

  • Καματηρός, Ανδρόνικος — (12ος αι.). Βυζαντινός θεολογικός συγγραφέας και αξιωματούχος. Στο έργο του Ιερά Οπλοθήκη, γραμμένο με εντολή του Μανουήλ A’ Κομνηνού, συζητούνται, με μορφή διαλόγου μεταξύ Μανουήλ και Ρωμαίων καρδιναλίων, θέματα σχετικά με την εκπόρευση του… …   Dictionary of Greek

  • Λίβιος Ανδρόνικος — (Livius Andronicus, 284; – 204 π.Χ.). Ρωμαίος ποιητής, ελληνικής καταγωγής. Υπήρξε ιδρυτής της ρωμαϊκής επικής και δραματικής ποίησης. Καταγόταν από τη νότια Ιταλία και πήγε ως δούλος στη Ρώμη μετά την κατάκτηση του Τάραντα το 272 π.Χ. Ο κύριός… …   Dictionary of Greek

  • Πάικος, Ανδρόνικος — (1776 – 1880). Πολιτικός. Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας και στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, υπηρέτησε υπό τις διαταγές του Υψηλάντη. Διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του για την αγορά υλικών και πολεμοφοδίων, τα οποία… …   Dictionary of Greek

  • Ἀνδρονίκοιν — Ἀνδρόνικος masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀνδρονίκου — Ἀνδρόνικος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”